keen point - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

keen point - translation to ελληνικό

SHOE COMPANY
Keen shoes; Keen Footwear; KEEN, Inc.
  • Keen Newport shoes. New one on the left, 10 years old on the right.

keen point      
μυτερή άκρη
freezing point         
  • Melting points (in blue) and boiling points (in pink) of the first eight [[carboxylic acids]] (°C)
  • Kofler bench with samples for calibration
  • Automatic digital melting point meter
  • Pressure dependence of water melting point.
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Freezing point (disambiguation); Freezing Point (disambiguation)
σημείο ψύξης
vanishing point         
  • A 2D construction of perspective viewing, showing the formation of a vanishing point
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Vanishing Point (movie); Vanishing Point (film); Vanishing Point; Vanishing Point (album); Vanishing Point (song); Vanishing Point (novel)
σημείο εκμηδενίσεως

Ορισμός

Keen
·vi To wail as a keener does.
II. Keen ·vt To Sharpen; to make cold.
III. Keen ·superl Eager; vehement; fierce; as, a keen appetite.
IV. Keen ·noun A prolonged wail for a deceased person. ·cf. Coranach.
V. Keen ·superl Sharp; having a fine edge or point; as, a keen razor, or a razor with a keen edge.
VI. Keen ·superl Bitter; piercing; acrimonious; cutting; stinging; severe; as, keen satire or sarcasm.
VII. Keen ·superl Piercing; penetrating; cutting; sharp;
- applied to cold, wind, etc, ; as, a keen wind; the cold is very keen.
VIII. Keen ·superl Acute of mind; sharp; penetrating; having or expressing mental acuteness; as, a man of keen understanding; a keen look; keen features.

Βικιπαίδεια

Keen (shoe company)

Keen (stylized KEEN) is an American footwear and accessories company based in Portland, Oregon. It was founded in 2003 by Martin Keen and Rory Fuerst. The company's products are sold in retail locations throughout the domestic American market and also are distributed worldwide.